Μιχάλης Μαστοράκης

Την μεγάλη εικόνα της αγοράς «πράσινης» ενέργειας καθώς και τις προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει προκειμένου να μείνει σε μια βιώσιμη «ρότα» τόσο για τους επενδυτές όσο και για τους καταναλωτές αποτύπωσε η διήμερη συζήτηση των συμμετεχόντων στο 6ο Renewable & Storage Forum που οργάνωσε κατά το διήμερο 31 Οκτωβρίου – 1 Νοεμβρίου το energypress.

Κοινός τόπος ότι στην αγορά των ΑΠΕ δημιουργείται ένα νέο τοπίο για τους επενδυτές, και απαιτείται πολύ περισσότερη προσοχή και μελέτη, και βέβαια η ανάληψη πολύ μεγαλύτερου ρίσκου. Από την άλλη συνεχίζουν να υπάρχουν δυνατότητες και αποδόσεις, με τις εκτιμήσεις να συγκλίνουν ότι η αγορά θα συνεχίσει να αναπτύσσεται τα επόμενα χρόνια, με άλλα όμως δεδομένα και προϋποθέσεις.

Μερικά από τα κυριότερα ερωτήματα που επιχειρήθηκε να απαντηθούν κατά το διήμερο του συνεδρίου ήταν τα εξής:

Ποιά είναι τα χαρακτηριστικά του νέου τοπίου;

Αποτελεί «κοινή πλέον πεποίθηση» ότι μιλάμε για ένα νέο τοπίο στο χώρο των ΑΠΕ υπό τα νέα δεδομένα που διαμορφώνονται στην αγορά και εν πολλοίς αφορούν σε λέξεις «κλειδιά»: ζήτηση, περικοπές, αρνητικές τιμές, ρίσκα, χρηματοδότηση, έκθεση στην αγορά, αβεβαιότητα, ρευστότητα, μεταβλητότητα, γεωπολιτικά ρίσκα, target model, βιώσιμες επενδύσεις, συγκέντρωση, διαφοροποίηση τεχνολογιών, διαφοροποίηση routes to the market, διακύμανση τιμών ενέργειας.

Ως προς το νέο τοπίο , ο Ειδικός Σύμβουλος του Πρωθυπουργού για θέματα Ενέργειας Νίκος Τσάφος δήλωσε «Πάμε από ένα σύστημα που ήταν εγγυημένα η ζήτηση και η τιμή σε ένα σύστημα που δεν θα είναι εγγυημένα ούτε η ζήτηση ούτε η τιμή. Ο επενδυτής πρέπει να πάρει ένα ρίσκο». Ο Διευθύνων Σύμβουλος του ΑΔΜΗΕ, Μάνος Μανουσάκης δήλωσε «Όλοι παίρνουμε ρίσκο  στην ενεργειακή μετάβαση. Όλοι πρέπει να προσπαθήσουμε να διαχειριστούμε την κατάσταση ώστε αυτό να γίνει με τις λιγότερο δυνατές απώλειες και ρίσκα».

Ενδεικτική είναι η αποστροφή του ΓΓ Ενέργειας και Ορυκτών Πρώτων Υλών Αριστοτέλη Αϊβαλιώτη που σημειώνει ότι «αυτό που προσπαθούμε να πούμε σε όλους τους τόνους είναι ότι έχουμε μπει σε μια νέα εποχή η οποία χαρακτηρίζεται από ένα χαοτικό περιβάλλον» για να συμπληρώσει ότι το «μεγάλο μας πρόβλημα είναι το μεγάλωμα της πίτας», πράγμα που παραμένει και αναμένεται να παραμείνει ως πρόβλημα, δεδομένου ότι η «ζήτηση» θα ακολουθήσει, ωστόσο με μικρότερο ρυθμό έναντι της ανάπτυξης της «πράσινης» εγκατεστημένης ισχύος. «Ο ελέφαντας στο δωμάτιο είναι η ζήτηση», αναφέρθηκε χαρακτηριστικά.

Πόσο έντονο θα είναι το πρόβλημα των περικοπών;

«Το να συζητάμε για λειτουργία των έργων ΑΠΕ χωρίς περικοπές είναι ουτοπία. Οι περικοπές είναι συνυφασμένες με την πραγματικότητα της υψηλής διείσδυσης των ΑΠΕ. Ήρθαν για να μείνουν» ανέφερε χαρακτηριστικά ο καθηγητής του ΕΜΠ Σταύρος Παπαθανασίου, δίνοντας το στίγμα της «επόμενης μέρας» για τους υποψήφιους αλλά και εν ενεργεία επενδυτές ΑΠΕ.

Ως γνωστόν η αυξανόμενη διείσδυση των ΑΠΕ στο ενεργειακό μίγμα της χώρας συνοδεύεται από περικοπές (λόγω ανισορροπίας παραγωγής και ζήτησης), αρνητικές τιμές (λόγω κανιβαλισμού των ΑΠΕ) και κατ’ επέκταση με προκλήσεις ως προς τα έσοδα που αποκομίζει ο παραγωγός από την αγορά, στοιχεία που στο σύνολό τους θα πρέπει πλέον να συνυπολογίζονται στα business plan των εταιρειών. «Οι ΑΠΕ πλέον είναι πολύ ανταγωνιστικές και δεν χρειάζονται επιδοτήσεις. Ελεύθερη συμμετοχή στην αγορά σημαίνει ανταγωνισμός και ρίσκο. Προειδοποιούμε όλους τους επενδυτές ότι από εδώ και μπρος έχει ρίσκο», δήλωσε ο κ. Αϊβαλιώτης, πιάνοντας το νήμα από τοποθετήσεις εκπροσώπων της αγοράς που συνέκλιναν στην διαπίστωση ότι «το περιβάλλον έχει αλλάξει» και μάλιστα θα αλλάζει ραγδαία στο εξής.

Παράλληλα, οι αυξανόμενες περικοπές επαναφέρουν την συζήτηση για την φυσιογνωμία του «πράσινου» ενεργειακού μίγματος και συγκεκριμένα την αναλογία ανάμεσα σε αιολικά και φωτοβολταϊκά με την τάση εξισορρόπησης υπέρ των αιολικών να κερδίζει ολοένα και περισσότερο έδαφος και σε πολιτικό πλέον επίπεδο, μετρώντας εξαγγελίες για μέτρα σε αυτή την κατεύθυνση. 

Από την πλευρά του το Υπουργείο εδώ και καιρό έχει επισημάνει την πρόθεσή του να «αποτραβηχτεί» από το προσκήνιο της αγοράς, αναγνωρίζοντας ότι έχει επέλθει η αναγκαία ωριμότητα που θα «αποφασίσει» για την βιωσιμότητα των επενδύσεων στη βάση της διαχείρισης των αυξημένων πλέον ρίσκων και προκλήσεων. Σε αυτή την βάση, όπως αποτυπώθηκε για ακόμη μια φορά κατά την παρέμβαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας Θεόδωρου Σκυλακάκη, το μέτρο των επιδοτήσεων περιορίζεται όπου υπάρχει ανάγκη, δίνοντας μια μεγαλύτερη βαρύτητα στην «οικονομική διάσταση» του ενεργειακού συστήματος και επομένως στο αποτύπωμα που έχει στον τελικό λογαριασμό.

Περισσότερο “διαλλακτική”, παραμένοντας ωστόσο κι εκείνη στην γραμμή της ελεύθερης αγοράς, εμφανίστηκε η Υφυπουργός Αλεξάνδρα Σδούκου, σημειώνοντας μεταξύ άλλων ότι «όσο βρισκόμαστε σε περιβάλλοντα ρευστότητας και αβεβαιότητας θα πρέπει να είμαστε πιο alert ως Υπουργείο. Μπορεί να λέμε τέλος οι επιδοτήσεις,  ωστόσο, την ίδια στιγμή, έχουμε τα μάτια μας ανοικτά και κοιτάμε αν μπορεί να ανταπεξέλθει η αγορά σε αυτό. Σε αυτό το πλαίσιο θα αξιολογήσουμε και τις επιπτώσεις των περικοπών, των μηδενικών τιμών και θα δούμε τι χρειάζεται από μεριάς παρέμβασης του κράτους».

Θα αποζημιώνονται οι περικοπές και υπό ποιες προϋποθέσεις;

Μια τέτοια περίπτωση που χρήζει παρέμβασης από το κράτος είναι το θέμα των αποζημιώσεων για τις περικοπές που υφίστανται οι παραγωγοί ΑΠΕ. Η Ομάδα Διοίκησης Έργου με επικεφαλής τον Σταύρο Παπαθανασίου έχει ήδη εισηγηθεί ένα ορισμένο πλαίσιο και το οποίο μένει να οριστικοποιηθεί και νομοθετηθεί, αποκαθιστώντας μια σειρά αδικίες που σήμερα συμβαίνουν στην προσπάθεια εξισορρόπησης της προσφοράς και της ζήτησης για την ασφάλεια του συστήματος.

Ως γνωστόν, οι αδικίες αφορούν στον τρόπο περικοπών που σήμερα ένα μεγάλο μέρος του «πράσινου» χαρτοφυλακίου της χώρας μένει εκτός και  δεν συμμετέχει σε αυτή την διαδικασία εν απουσία συστημάτων τηλεχειρισμού και τηλεεποπτείας με αποτέλεσμα να μην μπορεί να ανταποκριθεί σε εντολές περικοπής των Διαχειριστών, με το «βάρος» να μετατοπίζεται σε άλλα έργα ΑΠΕ που δύναται να τεθούν εύκολα και ακίνδυνα για το σύστημα εκτός λειτουργίας.

Σε αυτή την κατεύθυνση, η αγορά ζητάει αφενός διαφάνεια στον τρόπο περικοπής των έργων ΑΠΕ και αφετέρου μεγαλύτερη ταχύτητα στην θέσπιση του μηχανισμού αντιστάθμισης, ο οποίος θα αποζημιώνει υπό προϋποθέσεις περικοπές που χαρακτηρίζονται «ανακατανομή», αφήνοντας εκτός αποζημίωσης περικοπές που οφείλονται σε παραβίαση του Προγράμματος Αγοράς (βλέπε Περικοπές Αγοράς Επόμενης Ημέρας).

Υπάρχει χώρος για μικρούς επενδυτές; Υπάρχει χώρος για νέους παίκτες;

Την ίδια στιγμή, η διαχωριστική γραμμή «μικρών» και «μεγάλων» γίνεται περισσότερο ορατή παρά ποτέ, ως προς την δυνατότητα «απόκρουσης» και απορρόφησης των ρίσκων που συνοδεύουν σήμερα την αγορά. «Η αγορά γίνεται πολύ ανταγωνιστική πράγμα που σημαίνει ότι ο επενδυτής θα έχει και ζημιές. Χρειάζεται μέγεθος πλέον για να μπορείς να απορροφήσεις τις ζημιές. Η αγορά των ΑΠΕ παραμένει ελκυστική αλλά αλλάζουν οι κανόνες του παιχνιδιού κάνοντας αυτή την επένδυση», ανέφερε ο κ. Σωτήρης Καπέλλος, Chief Operating Officer της HELLENiQ RENEWABLES του Ομίλου HELLENiQ ENERGY.

Σε αυτό το περιβάλλον χρειάζονται νέα εργαλεία διαχείρισης του ρίσκου που αφορούν σε τεχνολογική διαφοροποίηση ενός χαρτοφυλακίου ΑΠΕ προς αντιστάθμιση των κινδύνων. «Οι επενδύσεις πλέον έχουν ένα άλλο προφίλ που έχει μεγάλη διάδραση με τις αγορές και οι ΑΠΕ θα πρέπει να προσαρμοστούν σε αυτές τις συνθήκες» τόνισε ο Απόστολος Πάνος, Chief Commercial Officer της Principia, δίνοντας έμφαση στο κομμάτι της ευελιξίας και της τεχνολογικής διαφοροποίησης. Σε κάθε περίπτωση, το ΥΠΕΝ αναγνωρίζει τον όγκο των μικρών παραγωγών και δείχνει την πολιτική βούληση να προστατέψει στο βαθμό που χρειάζεται την συμμετοχή τους στην αγορά, εμμένοντας βέβαια στη γραμμή ότι πλέον και τα μικρά έργα από τούδε και στο εξής «θα πάνε με την λογική, όποιος μπορεί να προχωρήσει να το κάνει».

Άλλωστε η εν λόγω προσέγγιση συνιστά την απάντηση του Υπουργείου στα αιτήματα κάποιων παραγόντων της αγοράς που ζητούν να μπεί “φρένο” στην ξέφρενη επενδυτική πορεία των ΑΠΕ για παράδειγμα με την παύση υποδοχής νέων αιτημάτων για άδειες παραγωγής ή για όρους σύνδεσης. Χαρακτηριστικές είναι οι δηλώσεις κυβερνητικών αξιωματούχων με τον σύμβουλο του πρωθυπουργού Νίκο Τσάφο να δηλώνει «Άμα ο κόσμος θέλει να βάλει ΑΠΕ, κάντε το μοντέλο σας, δείτε την τιμή, κι άμα αυτό που θα δείτε είναι ωραίο, πηγαίνετε σε έναν επενδυτή και σε μια τράπεζα και κάντε το» και τον κ. Αϊβαλιώτη «Δεν θα ήταν σωστό να βάλουμε φραγμό εμείς τώρα και να προστατέψουμε αυτούς που κάθονται στη ζεστή γωνιά τους και να εμποδίσουμε τους καινούργιους που έρχονται αποδεχόμενοι το ρίσκο».

Η αυτοπαραγωγή έχει θέση στο ενεργειακό μίγμα;

Η απάντηση είναι καταρχήν θετική τόσο από την αγορά όσο και από το Υπουργείο με την διαφοροποίηση να ακολουθεί στην προσέγγιση για την περαιτέρω ωρίμανση και ανάπτυξη του κλάδου μετά την απόσυρση του net-metering και την θέσπιση του net-billing. Άλλωστε, όπως τόνισαν εκπρόσωποι της αγοράς, ο όγκος των συστημάτων αυτοκατατανάλωσης παραμένει δυσανάλογα μικρός στο ενεργειακό μίγμα σε σχέση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες.

Σύμφωνα με την παρουσίαση που απέστειλε στο συνέδριο ο Ενεργειακός Σύμβουλος του ΣΕΦ Στέλιος Ψωμάς, το ανεκτέλεστο του κλάδου σε καθεστώς net-metering μέχρι τον Οκτώβριο του 2024 φτάνει τα 370 MW με το μεγαλύτερο μέρος να αφορά φωτοβολταϊκά στέγης σε οικιακούς καταναλωτές. Την εικόνα συμπληρώνουν 85 MW του προγράμματος Φωτοβολταϊκά στο Χωράφι.

Πολύ θετική για την αγορά είναι η νομοθετική ρύθμιση που εξασφαλίζει ηλεκτρικό χώρο 10 MW ανά υποσταθμό με το 60% για την αυτοπαραγωγή. Σχετικά με τις προοπτικές του κλάδου της αυτοκατανάλωσης, οι εκτιμήσεις δείχνουν ένα μέγεθος περί τα 2.700 MW ως το 2030.

Σε κάθε περίπτωση, η «αγωνία» της αγοράς έγκειται στην ελκυστικότητα του εγχειρήματος που αν και δεν διατηρεί τα συγκριτικά πλεονεκτήματα του net-metering, το νέο σύστημα του net-billing θα πρέπει να διατηρήσει χαρακτηριστικά που το καθιστούν ελκυστικό στους καταναλωτές.

Σε αυτή την κατεύθυνση φορείς και εκπρόσωποι της αγοράς καλούν το Υπουργείο να εξετάσει το ενδεχόμενο απαλλαγής του εξοπλισμού από ΦΠΑ στην περίπτωση των οικιακών συστημάτων και την χορήγηση άτοκης δανειοδότησης με εγγύηση του Δημοσίου στην περίπτωση των βιομηχανικών συστημάτων. 

Δεν παρέλειψαν τέλος να επισημάνουν το πρόβλημα που προέκυψε με την μετάβαση από το net-metering στο net-billing, όπου η αγορά κατέληξε να «παγώσει» για ένα αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα, «χάνοντας» ως ένα βαθμό το momentum που υπήρχε.

Είναι πανάκεια η αποθήκευση; Πόσα μπορεί να προσφέρει;

«Η αποθήκευση έρχεται να μας δώσει μια ανάσα αλλά πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι αυτή η ανάσα έχει όρια. Το πρόβλημα που αντιμετωπίζει η αγορά είναι ότι έχουμε υπερβολικά μεγάλη παραγωγή σε σχέση με την ζήτηση, πράγμα που ισχύει τόσο στην εσωτερική αγορά όσο και έξω», ανέφερε ο Αριστοτέλης Αϊβαλιώτης, αποτυπώνοντας το πλαίσιο της συζήτησης σχετικά με τις μπαταρίες.

Αναμφισβήτητα το επενδυτικό ενδιαφέρον παραμένει αυξημένο και αναμένεται να κορυφωθεί περαιτέρω το επόμενο διάστημα, ωστόσο, παραμένουν ερωτηματικά ως προς τα έσοδα των συστημάτων αποθήκευσης από την συμμετοχή τους στην αγορά και κατά συνέπεια για την βιωσιμότητά τους. Μάλιστα, όπως αναγνωρίζει ο καθηγητής του ΕΜΠ Παντελής Κάπρος, τα «οικονομικά» μιας μπαταρίας δεν μπορεί να βασίζονται στο arbitrage που θα επιτυγχάνει στην αγορά ενέργειας, δεδομένου ότι η εν λόγω διαφορά των τιμών (ανάμεσα στο στις ώρες αιχμής της παραγωγής του φβ και τις ώρες δύσης του ήλιου) θα εξομαλύνεται με την αυξανόμενη διείσδυση συστημάτων ευελιξίας και δεν αργεί η στιγμή που θα δούμε εικόνες κανιβαλισμού και σε αυτή την τεχνολογία (της αποθήκευσης) τα επόμενα χρόνια.

Η «υβριδοποίηση» έργων ΑΠΕ με την προσθήκη μπαταρίας καταρχάς απαντά στο πρόβλημα των περικοπών, ωστόσο, απαιτεί μελέτη ως προς τα «νούμερα», όπως ανέφερε ο καθηγητής του ΑΠΘ Παντελής Μπίσκας, αναφερόμενος στα φωτοβολταϊκά έργα με μπαταρία behind the meter. Σε κάθε περίπτωση, δεδομένη θα πρέπει να θεωρείται η στροφή της αγοράς προς την μεγαλύτερη αξιοποίηση συστημάτων αποθήκευσης και δη μπαταριών.

Τα στοιχεία της ΡΑΑΕΥ, όπως ανέφερε ο Γιάννης Χαραλαμπίδης, Διευθυντής Αδειοδότησης ΑΠΕ της Ρυθμιστικής Αρχής, δείχνουν σημαντική αύξηση των αδειών 11Α και 11Β. Συγκεκριμένα η κατηγορία 11Α από 72 άδειες και 5 GW πριν ένα χρόνο μετράει σήμερα 290 άδειες και 14,5 GW και αναλόγως η κατηγορία 11Β από 71 άδειες συνολικής ισχύος 2,1 GW μετράει 200 άδειες 4,7 GW.

Είναι δυνατή η χρηματοδότηση έργων ΑΠΕ υπό τις νέες συνθήκες;

Το νέο τοπίο στην αγορά των ΑΠΕ φέρει εξίσου σημαντικές επιπτώσεις και στο τομέα της χρηματοδότησης των έργων ΑΠΕ με τους αρμόδιους να έρχονται να επιβεβαιώσουν ότι το «παιχνίδι» παύει σιγά σιγά να είναι για όλους, με κυρίαρχους αυτούς που μπορούν να αναλάβουν τα ρίσκα έκθεσης στην αγορά. «Η δυνατότητα μηχανισμών στήριξης έχουν περιοριστεί σημαντικά και υπάρχει μεγαλύτερη έκθεση στις αγορές. Αυτό σημαίνει ότι πλέον υπάρχει μεταβλητότητα στις χρηματοροές και μεγαλύτερο ρίσκο», ανέφερε μεταξύ άλλων, ο επικεφαλής της Aurora Energy Research, Βαγγέλης Γαζής. Ως γνωστόν, οι όροι και τα κριτήρια χρηματοδότησης προσαρμόζονται στα νέα δεδομένα, ενσωματώνοντας τα ρίσκα της αγοράς και διαμοιράζοντας τον κίνδυνο ανάμεσα στον επενδυτή και την τράπεζα, πράγμα που μέχρι πρότινος δεν συνέβαινε στα πλαίσια των σταθερών τιμών που εξασφάλιζαν τα έργα.

«Οι παίκτες που είναι μεγαλύτεροι και μπορούν να χετζαριστούν και με άλλες επενδύσεις και εργαλεία θα προχωρήσουν με καλύτερους όρους έναντι άλλων που αδυνατούν να επωμισθούν τις αυξημένες απαιτήσεις που προκύπτουν», υπογραμμίζει στέλεχος της αγοράς, σχολιάζοντας την σχετική συζήτηση στο συνέδριο Renewable & Storage Forum.

Μάλιστα, όπως συμπληρώνει, οι «φόρμουλες» των τραπεζών σήμερα κινούνται σε μια λογική μεγαλύτερων εξασφαλίσεων και ταχύτερης απόσβεσης της επένδυσης, ακριβώς λόγω της έντονης μεταβλητότητας και ρευστότητας που υπάρχει στην αγορά. Ένα ακόμη στοιχείο αφορά την προώθηση των διμερών συμβάσεων, τα λεγόμενα PPAs, τα οποία προοδευτικά αναμένεται να αποτελέσουν χρήσιμο εργαλείο για την χρηματοδότηση των νέων έργων ΑΠΕ σε ένα περιβάλλον όπου οι διαγωνισμοί θα εκλείψουν και το «project finance» δεν θα αποτελεί την προτιμητέα επιλογή από τις τράπεζες λόγω των ρίσκων που προκύπτουν στα έσοδα ενός έργου από την αγορά σε βάθος χρόνου.

Πόσο επηρεάζουν οι τοπικές αντιδράσεις την εγκατάσταση ΑΠΕ;

Το ζήτημα των τοπικών αντιδράσεων παραμένει ένα «ακανθώδες» πρόβλημα για την ανάπτυξη των ΑΠΕ με φορείς της αγοράς να εστιάζουν πολύ περισσότερο στην ανάγκη να εξηγηθεί στην κοινωνία το όφελος των ΑΠΕ, πράγμα που δεν θα πρέπει να μείνει στα λόγια αλλά να πάρει και συγκεκριμένη μορφή και μέτρα.

Σε αυτή την περίπτωση το Υπουργείο, όπως ανέφερε η πολιτική ηγεσία, εξετάζει την τροποποίηση του πλαισίου για τα ανταποδοτικά τέλη, επισημαίνοντας, ταυτόχρονα, ότι απαιτείται ολιστική προσέγγιση που να καλύπτει όλο το φάσμα των ερωτημάτων αλλά και τυχόν διαστρεβλώσεις που δημιουργούνται επ’ αφορμή την εγκατάσταση μονάδων ΑΠΕ στην επικράτεια της χώρας. 

Σε αυτή την κατεύθυνση αναμένεται να βοηθήσει το νέο ειδικό χωροταξικό σχέδιο για τις ΑΠΕ που θα τεθεί σε δημόσια διαβούλευση το επόμενο διάστημα και το οποίο έρχεται να συμπληρώσει και να ταιριάξει με τον συνολικότερο χωροταξικό σχεδιασμό που υπάρχει σε περιοχές της χώρας, όπως ανέφερε, μεταξύ άλλων, ο Ευθύμιος Μπακογιάννης, Γενικός Γραμματέας Χωρικού Σχεδιασμού και Αστικού Περιβάλλοντος του ΥΠΕΝ

Γιατί η διείσδυση των ΑΠΕ δεν μειώνει τις τιμές ρεύματος;

Κεντρικό είναι το ερώτημα «γιατί δεν αποτυπώνεται το όφελος της φθηνής πράσινης ενέργειας στο ενεργειακό κόστος» όπως ανέφερε, μεταξύ άλλων, η Υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Αλεξάνδρα Σδούκου.

Δεν είναι τυχαίο ότι το ερώτημα διατυπώθηκε τόσο από θεσμικούς εκπροσώπους όσο και από εκπροσώπους της αγοράς όπως φαίνεται ενδεικτικά παρακάτω: «Με ποιο τρόπο η καθαρή ενέργεια θα μπορέσει να μειώσει το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας στους τελικούς καταναλωτές» διερωτήθηκε ο Μιχάλης Βερροιόπουλος της ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή. «Οι τιμές της χονδρεμπορικής δεν πρέπει να περνάνε στον καταναλωτή»  ανέφερε ο Άλεξ Παπαλεξόπουλος. «Δεν βλέπουμε η διείσδυση των ΑΠΕ να μεταφράζεται στα τιμολόγια και στην τιμή χονδρικής» είπε ο κ. Νίκος Τσάφος,  με τον προβληματισμό να συμπεριλαμβάνει και την ίδια την λειτουργία της ευρωπαϊκής αγοράς ενέργειας και συγκεκριμένα, κατά πόσο η ίδια η αγορά αναπαράγει ή δημιουργεί εμπόδια στην ενσωμάτωση και αποτύπωση του φθηνού κόστος των ΑΠΕ ως τον τελικό καταναλωτή.

Οι απόψεις ποικίλουν παρά το ότι όλοι συμφωνούν στο πυρήνα του προβλήματος. Σημειώνεται ότι το ερώτημα ξεπερνά τα σύνορα της χώρας και απηχεί στο σύνολο της ευρωπαϊκής αγοράς παρά το γεγονός ότι κατά καιρούς οι αποκλίσεις αποτυπώνονται εντονότερα στην ελληνική αγορά.

Σύμφωνα με τον Ειδικό Σύμβουλο του Πρωθυπουργού για θέματα Ενέργειας, οι απαντήσεις στο πρόβλημα βρίσκονται στο «μίγμα, την γεωγραφία και το επίπεδο ανταγωνισμού», όπως χαρακτηριστικά ανέφερε, επιχειρώντας μια ανάλυση των παραμέτρων που διατηρούν σε «υψηλές πτήσεις» την ελληνική χονδρεμπορική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας σε σχέση με τις υπόλοιπες αγορές.

Ταυτόχρονα, η «ακτινογραφία» της αγοράς καθώς και οι (ακραίες) διακυμάνσεις των τιμών ανά διαστήματα υπογραμμίζουν την ανάγκη επενεξέτασης και θεμελιωδών-δομικών ζητημάτων, όπως είναι η λειτουργία των διασυνδέσεων μεταξύ των ευρωπαϊκών κρατών-μελών, ένα ζήτημα που απασχόλησε έντονα κατά την πρόσφατη «μίνι» ενεργειακή κρίση του περασμένου καλοκαιριού.

Πρέπει να γίνουν αλλαγές στο target model;

Η προβληματική περί «νέου τοπίου στην αγορά των ΑΠΕ» επεκτείνεται ως την λειτουργία της αγοράς με τους συμμετέχοντες, άλλος περισσότερο και άλλος λιγότερο, να αναγνωρίζουν αρχικά ότι «σίγουρα κάτι πρέπει να αλλάξει», με την συζήτηση να αφορά αν πρόκειται για δομικές ή μη αλλαγές, σε τελευταία ανάλυση στη λειτουργία του target model.  «Κατά την γνώμη μου θα αλλάξουν βασικά στοιχεία στο target model» δήλωσε ο κ. Μιχάλης Βερροιόπουλος για να συμπληρώσει ότι η ανάγκη προκύπτει από το γεγονός ότι για την ώρα δεν φτάνει στον τελικό καταναλωτή το όφελος της φθηνής πράσινης ενέργειας.

Στο ίδιο μήκος κύματος και στη βάση του ίδιου ερωτήματος αλλά και της βιωσιμότητας των «πράσινων» επενδύσεων μελλοντικά, ο καθηγητής Παντελής Κάπρος ανοίγει την συζήτηση για μια ορισμένη αναμόρφωση της αγοράς που θα επιτρέψει την ορθή αντανάκλαση στις τιμές του υφιστάμενου ενεργειακού μίγματος και ιδίως του μελλοντικού, όπου το μεγαλύτερο μέρος θα καταλαμβάνεται από ΑΠΕ. Σε αυτή την κατεύθυνση εδράζεται η πρόταση του «Renewable Pool», δηλαδή μιας παράλληλης αγοράς που θα λειτουργεί over the counter διασφαλίζοντας αφενός χαμηλές τιμές για τους καταναλωτές και αφετέρου έσοδα για τους παραγωγούς για την περαιτέρω προώθηση της ενεργειακής μετάβασης, αποφεύγοντας τον κίνδυνο του «κανιβαλισμού».

Άλλωστε, σύμφωνα με τον ίδιο, ένα από τα βασικά προβλήματα που καλείται να απαντήσει η ελληνική αγορά είναι ακριβώς το γεγονός ότι «οι περικοπές ΑΠΕ αυξάνονται στο μέλλον και είναι πολύ σοβαρό πρόβλημα που πρέπει να αντιμετωπιστεί αλλιώς θα υποχωρήσουν οι επενδύσεις». Σε κάθε περίπτωση ο προβληματισμός για τυχόν αλλαγές  στη δομή της αγοράς και πολύ περισσότερο δομικού ή μη χαρακτήρα συσχετίζεται άμεσα με την ανάγκη ή μη διατήρησης των σημάτων που εκπέμπει η αγορά, αναγνωρίζοντας μάλιστα κάτι τέτοιο ως βασικό θεμελιώδη δείκτη αποτελεσματικότητας στη λειτουργία ενός Χρηματιστηρίου Ενέργειας.

Υπό το πρίσμα αυτό, ο Διευθύνων Σύμβουλος του ΕΧΕ Αλέξανδρος Παπαγεωργίου υπογράμμισε την ανάγκη να αποσαφηνιστεί ο ρόλος των χρηματιστηριακών αγορών ενέργειας που σε καμία περίπτωση δεν είναι η «αυτόματη» αποτύπωσή τους στα τιμολόγια λιανικής και ο Άλεξ Παπαλεξόπουλος, αν και με διαφορετική προσέγγιση σε ορισμένα σημεία, να αναφέρει ότι «Όλοι θέλουμε το σήμα της αγοράς» καθώς και ότι το «σπάσιμο των αγορών θα καταστρέψει το σήμα για την forward αγορά».

—————————————————————-

Δείτε εδώ το ρεπορτάζ με τα βίντεο, τις φωτογραφίες, τις παρουσιάσεις και τα στατιστικά του συνεδρίου

Πηγή: energypress.gr