Τo τελευταίο διάστημα έχει ενσκήψει ανησυχία των παραγωγών ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ για το προβλεπόμενο εκ του ισχύοντος ρυθμιστικού πλαισίου καθεστώς των λειτουργικών περιορισμών και περικοπών έγχυσης σε μονάδες ΑΠΕ και έργα αποθήκευσης, δεδομένου ότι συνιστά σημαντική εκ των πραγμάτων διαφοροποίηση εν σχέσει με το μέχρι πρότινος ισχύον κανονιστικό πλαίσιο για τα παλαιότερα έργα. Ενόψει τούτου, κάτωθι παρατίθεται μια κριτική επισκόπηση των νέων σχετικών διατάξεων λαμβάνοντας, παράλληλα, υπόψη το σχετικό ενωσιακό κανονιστικό πλαίσιο.

Όπως η δικηγορική μας εταιρεία έχει ήδη γράψει στο Εnergypress, οι επενδυτές σε δραστηριότητες παραγωγής ή αποθήκευσης ενέργειας από ΑΠΕ ή ΣΗΘΥΑ οφείλουν πλέον να συνυπολογίζουν, κατά την κατάστρωση του επιχειρηματικού τους πλάνου, το ενδεχόμενο επιβολής λειτουργικών περιορισμών ως προς την έγχυση ηλεκτρικής ενέργειας και το περιθώριο ισχύος των μονάδων ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ εκ μέρους του αρμόδιου Διαχειριστή, υπό μορφή ειδικού όρου περιλαμβανόμενου στην προσφορά οριστικών όρων σύνδεσης, σύμφωνα με το άρθρο 10 του ν. 4951/2022 (ΦΕΚ Α’ 129/04.07.2022). Η εν λόγω ρύθμιση εισήγαγε στην ελληνική νομοθεσία την έννοια της καθοδικής ανακατανομής που δεν βασίζεται στην αγορά, η οποία προβλέπεται ως δυνατότητα για τους Διαχειριστές στον ενωσιακό Κανονισμό 943/2019. Σύμφωνα και με την αιτιολογική έκθεση του ν. 4951/2022, η εν λόγω δυνατότητα επιτρέπει την ενεργό διαχείριση των εγχύσεων μονάδων ΑΠΕ με στόχο τη μεγιστοποίηση της δυνατότητας απορρόφησης ενέργειας από σταθμούς Α.Π.Ε. και ΣΗΘΥΑ, άλλως, την αντιμετώπιση του ζητήματος της αύξησης του διαθέσιμου ηλεκτρικού χώρου, σε περιοχές που είτε είναι κορεσμένες είτε παρουσιάζουν περιορισμένη ικανότητα απορρόφησης

Οι διατάξεις των παρ. 2 και 13 του άρθρου 10 προβλέπουν ότι η εφαρμογή των άνω λειτουργικών περιορισμών σε σταθμούς παραγωγής και αποθήκευσης αντίστοιχα εκ μέρους των Διαχειριστών δύναται να υλοποιείται με τέσσερις (4) διαφορετικούς τρόπους (στατικούς και δυναμικούς). Το ποιος από αυτούς θα εφαρμοστεί ανά τεχνολογία εξειδικεύθηκε εν συνεχεία δυνάμει της Υπουργικής Απόφασης ΥΠΕΝ/ΔΑΠΕΕΚ/53563/1556 (ΦΕΚ Β’ 3328/19.05.2023). Πέραν της ανωτέρω Υ.Α., αναμένεται ακόμα, βάσει της παρ. 6, και η απόφαση της Ρ.Α.Α.Ε.Υ. σχετικά με τον καθορισμό της μεθοδολογίας εφαρμογής των περιορισμών έγχυσης της παρ. 2, την παρακολούθηση της εφαρμογής τους και την επιβολή χρεώσεων και κυρώσεων μη συμμόρφωσης, κατόπιν εισήγησης του αρμόδιου Διαχειριστή. Προς τον σκοπό αυτό, η Ρυθμιστική Αρχή έθεσε στις 22.06.2023 σε δημόσια διαβούλευση τη σχετική εισήγηση του ΑΔΜΗΕ σχετικά με την τροποποίηση του Κανονισμού Αγοράς Εξισορρόπησης και του Κανονισμού Διαχείρισης του Συστήματος Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας για λόγους που δεν σχετίζονται με συμφορήσεις τοπικών τμημάτων του ΕΣΜΗΕ. Στο πλαίσιο αυτής τοποθετήθηκαν τόσο θεσμικοί φορείς όσο και ενεργειακές επιχειρήσεις, αναδεικνύοντας κατά την προσέγγισή τους υφιστάμενες νομικές πλημμέλειες της προταθείσας ρύθμισης, ιδίως όσον αφορά την αντίθεση αυτής με το ενωσιακό πλαίσιο (βλ. κατωτέρω).

Να υπενθυμίσουμε εδώ ότι το καθεστώς λειτουργικών περιορισμών εφαρμόζεται περιοριστικά σε νέα έργα, ήτοι σταθμούς ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ που έχουν λάβει ή λαμβάνουν οριστική προσφορά σύνδεσης από τον αρμόδιο Διαχειριστή, εξαιρούμενων των σταθμών που λειτουργούσαν κατά την έναρξη ισχύος του ν. 4951/2022 ή έχουν υποβάλει μέχρι την 31.12.2022 δήλωση ετοιμότητας του άρθρου 4α του ν. 4414/2016 ή έχουν επιλεγεί πριν την έναρξη ισχύος του ν. 4951/2022 για ένταξη σε καθεστώς λειτουργικής ενίσχυσης μέσω ανταγωνιστικής διαδικασίας υποβολής προσφορών ή εξαιρούνται των ανταγωνιστικών διαδικασιών υποβολής προσφορών και μέχρι την έναρξη ισχύος του ν. 4951/2022 είτε έχουν συνάψει σύμβαση σύνδεσης είτε έχουν υποβάλλει πλήρες αίτημα για σύμβαση σύνδεσης στον αρμόδιο Διαχειριστή, και εφαρμόζεται ανεξάρτητα και επιπλέον περιορισμών ή απορρίψεων προσφορών έγχυσης που προκύπτουν στο πλαίσιο της συμμετοχής των σταθμών στις αγορές ηλεκτρικής ενέργειας.

Το ζήτημα της συμβατότητας ρυθμίσεων του εν θέματι ρυθμιστικού πλαισίου εν συνόλω με το ενωσιακό δίκαιο

α. Το άρθρο 13 του ενωσιακού Κανονισμού 943/2019 προβλέπει ότι η ανακατανομή της ηλεκτροπαραγωγής οφείλει καταρχάς να βασίζεται σε αντικειμενικά και διαφανή κριτήρια, με χρήση μηχανισμών που βασίζονται στην αγορά, ενώ η εφαρμογή μηχανισμού που δεν βασίζεται στην αγορά, ως εν προκειμένω, πρέπει να εφαρμόζεται μόνο ως εξαίρεση και υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις

Ωστόσο, σύμφωνα με τοποθετήσεις συλλογικών φορέων εκπροσώπησης παραγωγών ΑΠΕ, αν τελικώς υιοθετείτο η προτεινόμενη εκ μέρους του ΑΔΜΗΕ τροποποίηση του Κανονισμού Αγοράς Εξισορρόπησης, σύμφωνα με την οποία «[ε]ντολές κατανομής που εκδίδονται στο πλαίσιο της Αγοράς Εξισορρόπησης και αποστέλλονται σε μια Οντότητα Υπηρεσιών Εξισορρόπησης κατά τις χρονικές περιόδους που έχουν εκδοθεί Εντολές Περιορισμού Έγχυσης σε Μονάδες ΑΠΕ που περιλαμβάνονται στην ίδια οντότητα, θεωρούνται ως μη εκδοθείσες και δεν λαμβάνονται υπόψη κατά την Εκκαθάριση της Αγοράς Εξισορρόπησης», θα περιοριζόταν η δυνατότητα συμμετοχής των σταθμών ΑΠΕ στην Αγορά Εξισορρόπησης, με αποτέλεσμα να προκρίνονται οι περικοπές εγχύσεων έναντι της χρήσης μηχανισμών της αγοράς (προσφορά υπηρεσιών εξισορρόπησης και αμοιβή του παραγωγού για την ζητούμενη μείωση παραγωγής), παρόλο που αμφότερες ως στόχο έχουν την ασφάλεια του Συστήματος. Συνεπώς, θα καθίστατο κατ’ ουσίαν κανόνας και όχι εξαίρεση η δυνατότητα των Διαχειριστών να εφαρμόζουν λειτουργικούς περιορισμούς (ανακατανομή μη βασιζόμενη στην αγορά), σε αντίθεση με τα όσα επιτάσσει ο Κανονισμός 943/2019.

β. Ένα άλλο προβληματικής συμβατότητας με το ενωσιακό δίκαιο σημείο της ρύθμισης του άρθρου 10 του ν. 4951/2022 είναι ότι το γράμμα αυτής καταλαμβάνει αποκλειστικά μονάδες ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ. Εντούτοις, ο Κανονισμός προβλέπει (άρθρο 13 παρ. 6) ότι, όταν αξιοποιείται ο μηχανισμός της μη βασιζόμενης στην αγορά ανακατανομής, θα επιβάλλονται περικοπές σε μονάδες ΣΗΘΥΑ και εν συνεχεία σε μονάδες ΑΠΕ, μόνο εφόσον δεν υφίσταται άλλη εναλλακτική λύση ή οι άλλες λύσεις θα οδηγούσαν σε σημαντικά δυσανάλογο κόστος ή σοβαρούς κινδύνους για την ασφάλεια του δικτύου. 

Αυτόθροη συνέπεια των ανωτέρω είναι, σύμφωνα με σχετική τοποθέτηση του ΕΣΗΑΠΕ, ότι το καθεστώς των περικοπών θα έπρεπε να αφορά και μονάδες παραγωγής ενέργειας που χρησιμοποιούν ορυκτά καύσιμα. Σύμφωνα και με τις διαπιστώσεις φορέων των ΑΠΕ, η εξαίρεσή τους συνιστά σοβαρό κίνδυνο στρέβλωσης του ανταγωνισμού στην ελληνική ενεργειακή αγορά, καθότι συνεπάγεται τη χορήγηση ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος σε μονάδες, οι οποίες δύνανται να αποζημιώνονται και για την παροχή υπηρεσιών ευελιξίας, κάτι που δεν είναι εφικτό για τις ΑΠΕ λόγω της εγγενούς τους, επί του παρόντος, στοχαστικότητας.

γ. Έτερο σημείο που χρήζει προσοχής όσον αφορά το άρθρο 10 είναι το ανώτατο όριο (πλαφόν) που έχει θέσει ο νομοθέτης στη δυνατότητα των Διαχειριστών να επιβάλλουν περικοπές. Ειδικότερα, οι παρ. 3 και 4 του άρθρου 10 προβλέπουν για τους περιορισμούς που επηρεάζουν τη μέγιστη ισχύ παραγωγής του σταθμού, ότι δεν δύναται να επιβληθεί μείωση αυτής, η οποία να οδηγεί σε περιορισμό της εγχεόμενης ενέργειας υψηλότερο από το πέντε τοις εκατό (5%) της ετήσιας δυνατότητας παραγωγής ενέργειας των σταθμών αυτών, έχοντας ως βάση αναφοράς την ετήσια δυνατότητα παραγωγής ενέργειας σταθμού αναφοράς, αντίστοιχης τεχνολογίας. Ενώ, για τους περιορισμούς που οδηγούν σε ανακατανομή ενέργειας, προβλέπεται ότι δεν δύναται το επίπεδο αυτής να είναι υψηλότερο από το πέντε τοις εκατό (5%) της ετήσιας δυνατότητας παραγωγής ενέργειας των σταθμών ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ της περιοχής, με βάση αναφοράς την ετήσια δυνατότητα παραγωγής ενέργειας σταθμού αναφοράς, αντίστοιχης τεχνολογίας. 

Ωστόσο, τα ως άνω ποσοστά δύνανται εν γένει να τροποποιούνται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας (άρθρο 10 παρ. 12). Η δυνατότητα τροποποίησης, και ιδίως το ενδεχόμενο προσαύξησης του τιθέμενου πλαφόν είναι ιδιαιτέρως κρίσιμη και εισφέρει στοιχείο ανασφάλειας δικαίου, διότι υφίσταται ανά πάσα στιγμή ο κίνδυνος σημαντικής ανατροπής των επιχειρηματικών σχεδίων των παραγωγών, λαμβανομένου υπόψη και ότι, εφόσον το εκάστοτε ισχύον πλαφόν τηρείται εκ μέρους των Διαχειριστών, δεν υφίσταται καμία υποχρέωση των τελευταίων σε αποζημίωση των παραγωγών ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ (βλ. παρ. 11 του άρθρου 10 – για τη συμβατότητα της εν λόγω διάταξης με το ενωσιακό δίκαιο βλ. κατωτέρω υπό (δ)).

Περαιτέρω, επισημαίνεται ότι τυχόν αύξηση του πλαφόν άνω του 5% ενδέχεται να αντιβαίνει στον Κανονισμό 943/2019, ο οποίος δίδει αυτή τη δυνατότητα περικοπών άνω του 5%, μόνο αν η ετήσια ακαθάριστη τελική κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ ή ΣΗΘΥΑ αντιπροσωπεύει περισσότερο από το 50% της συνολικής κατανάλωσης, συνθήκη η οποία δεν πληρούται επί της παρούσης στη χώρα μας, σύμφωνα με τις τοποθετήσεις των άμεσα ενδιαφερόμενων συλλογικών φορέων. 

δ. Η τελευταία επισήμανσή μας αφορά τον αποκλεισμό του δικαιώματος αποζημίωσης των παραγωγών ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ για τις επιβαλλόμενες περικοπές. Ο ενωσιακός νομοθέτης υπήρξε σαφής όσον αφορά το εν λόγω ζήτημα: είτε επιλέγεται καθεστώς ανακατανομής που βασίζεται στην αγορά είτε όχι, τούτο συνιστά αντικείμενο οικονομικής αποζημίωσης. Σχετική με το παράδειγμα της Ελλάδας, όπως επισημαίνει και η Ελληνική Επιστημονική Ένωση Αιολικής Ενέργειας, είναι η ρύθμιση του άρθρου 13 παρ. 7 του Κανονισμού 943/2019. Συνεπώς, η πρόβλεψη του άρθρου 10 παρ. 11 του ν. 4951/2022 περί μη υποχρέωσης καταβολής αποζημίωσης προς τους παραγωγούς ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ στους οποίους επιβάλλονται περικοπές έγχυσης δύναται να αποτελέσει λόγο έγερσης αποζημιωτικών αξιώσεων εκ μέρους 

Σε συνέχεια όλων των ανωτέρω, εύλογη είναι η εκδήλωση έντονης ανησυχίας εκ μέρους των παραγωγών ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ όσον αφορά την προβλεψιμότητα της απόδοσης των επενδύσεών τους, γεγονός που δυσχεραίνει εν γένει την υλοποίηση νέων επενδύσεων καθότι επηρεάζει και την χρηματοδότηση αυτών εκ μέρους των πιστωτικών ιδρυμάτων, ιδίως ένεκα και της δυνατότητας σωρευτικής επιβολής περικοπών σε μια μονάδα. 

Τούτο έχει κινητοποιήσει όλους τους αρμόδιους φορείς, πέραν των συζητήσεων για ένα μεταβατικό καθεστώς, για εύρεση οριστικής λύσης στο εν λόγω ζήτημα, ώστε να είναι δυνατή η παραμετροποίηση των περικοπών κατόπιν συνεκτίμησης πλειόνων κριτηρίων (λ.χ. την τεχνολογία ή το μέγεθος του σταθμού, τον τρόπο συμμετοχής αυτού στην αγορά (μέσω σύμβασης λειτουργικής ενίσχυσης, απευθείας συμμετοχής στην αγορά ή σε συνέχεια της σύναψης PPA)), ούτως ώστε να μετριαστούν οι επιπτώσεις αυτών και να διασφαλιστεί η απαιτούμενη προβλεψιμότητα ως προς τις ταμειακές εισροές των επενδύσεων σε μονάδες ΑΠΕ και Σ.Η.Θ.Υ.Α. Παράλληλα, εξετάζεται από το ΥΠΕΝ τόσο το ενδεχόμενο θέσπισης μηχανισμού (μερικής έστω) αποζημίωσης των παραγωγών όσο και το ενδεχόμενο χορήγησης ενίσχυσης, ώστε να προσθέσουν μπαταρίες σε μονάδες που βρίσκονται υπό ανάπτυξη, λύση που συντελεί και στην αντιμετώπιση του προβλήματος της περιορισμένης διαθεσιμότητας ηλεκτρικού «χώρου».

Επιμέλεια: Δικηγορική Εταιρεία «Μεταξάς & Συνεργάτες» (www.metaxaslaw.gr

Πηγή: energypress.gr